“Τα μέτρα για την εκτέλεση απόφασης απομάκρυνσης πολίτη της Ένωσης και μελών της οικογένειάς του για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας συνιστούν περιορισμούς του δικαιώματος κυκλοφορίας και διαμονής, οι οποίοι μπορούν να δικαιολογηθούν όταν βασίζονται αποκλειστικά στην προσωπική συμπεριφορά του ενδιαφερομένου και τηρούν την αρχή της αναλογικότητας”, έκρινε με σημερινή του απόφαση το Δικαστήριο της ΕΕ.
Το ΔΕΕ διευκρινίζει ακόμη ότι “λαμβανομένων υπόψη των μηχανισμών συνεργασίας τους οποίους διαθέτουν τα κράτη μέλη, το ανώτατο χρονικό διάστημα κράτησης οκτώ μηνών που προβλέπει το βελγικό δίκαιο βαίνει πάντως πέραν αυτού που είναι αναγκαίο προς διασφάλιση αποτελεσματικής πολιτικής απομάκρυνσης”.
Το τμήμα μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου διαπιστώνει προκαταρκτικώς ότι, ελλείψει ρύθμισης του δικαίου της Ένωσης για την εκτέλεση απόφασης απομάκρυνσης πολιτών της Ένωσης και μελών των οικογενειών τους, δεν αντιβαίνει στο δίκαιο της Ένωσης αυτό καθαυτό το γεγονός ότι το κράτος μέλος υποδοχής προβλέπει κανόνες στο πλαίσιο της ως άνω εκτέλεσης, εμπνεόμενο από τους κανόνες που εφαρμόζονται για την επιστροφή υπηκόων τρίτων χωρών. Εντούτοις, οι κανόνες αυτοί πρέπει να συνάδουν προς το δίκαιο της Ένωσης ιδίως σε θέματα ελευθερίας κυκλοφορίας και διαμονής των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους.
Το Δικαστήριο κρίνει, πρώτον, ότι οι επίμαχες εθνικές διατάξεις, καθόσον περιορίζουν τις μετακινήσεις του ενδιαφερομένου, συνιστούν περιορισμούς της ελευθερίας κυκλοφορίας και διαμονής.
Δεύτερον, όσον αφορά την ύπαρξη δικαιολογητικών λόγων για τους ως άνω περιορισμούς, το Δικαστήριο υπενθυμίζει κατ’ αρχάς ότι τα επίμαχα μέτρα αποσκοπούν στην εκτέλεση αποφάσεων απομάκρυνσης που έχουν εκδοθεί για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας και, επομένως, πρέπει να εκτιμηθούν υπό το πρίσμα των απαιτήσεων του άρθρου 27 της οδηγίας περί διαμονής
Επιπλέον με την απόφασή του Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας περί διαμονής απολαύουν καθεστώτος και δικαιωμάτων διαφορετικής φύσης από τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας περί επιστροφής.
Το ΔΕΕ διευκρινίζει ακολούθως ότι “λαμβανομένου υπόψη του θεμελιώδους καθεστώτος του οποίου απολαύουν οι πολίτες της Ένωσης, τα μέτρα που μπορούν να τους επιβληθούν προς αποφυγή του κινδύνου διαφυγής δεν μπορεί να είναι λιγότερο ευνοϊκά από τα μέτρα που προβλέπει το εθνικό δίκαιο προς αποφυγή του κινδύνου αυτού κατά τη διάρκεια της προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης, δεδομένου ότι οι υπήκοοι τρίτων χωρών αποτελούν αντικείμενο διαδικασίας επιστροφής για λόγους δημόσιας τάξης”.
Το ΔΕΕ κρίνει ακόμη ότι “τα άρθρα 20 και 21 ΣΛΕΕ καθώς και η οδηγία περί διαμονής αντιτίθενται σε εθνική ρύθμιση η οποία εφαρμόζει στους πολίτες της Ένωσης και στα μέλη των οικογενειών τους, οι οποίοι, μετά την παρέλευση της ταχθείσας προθεσμίας ή της παράτασης της προθεσμίας αυτής, δεν συμμορφώθηκαν προς απόφαση απομάκρυνσης που έχει εκδοθεί εις βάρος τους για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας, μέτρο κράτησης ανώτατης διάρκειας οκτώ μηνών, δεδομένου ότι η διάρκεια αυτή είναι η ίδια με εκείνη που εφαρμόζεται, στο εθνικό δίκαιο, στους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν συμμορφώθηκαν με απόφαση επιστροφής που έχει εκδοθεί για τους ίδιους λόγους, βάσει της οδηγίας περί επιστροφής”.
Συναφώς, το ΔΕΕ επισημαίνει ότι “η διάρκεια της κράτησης που προβλέπει η επίμαχη εθνική διάταξη, η οποία είναι η ίδια με αυτήν που εφαρμόζεται για την απομάκρυνση υπηκόων τρίτων χωρών, πρέπει να είναι ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο σκοπό, ο οποίος συνίσταται στη διασφάλιση αποτελεσματικής πολιτικής απομάκρυνσης των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους”.
“Όσον αφορά όμως συγκεκριμένα τη διάρκεια της διαδικασίας απομάκρυνσης, οι πολίτες της Ένωσης και τα μέλη των οικογενειών τους δεν βρίσκονται σε συγκρίσιμη κατάσταση με τους υπηκόους τρίτων χωρών, οπότε δεν δικαιολογείται η ίδια αντιμετώπιση όλων αυτών των προσώπων όσον αφορά το ανώτατο χρονικό διάστημα κράτησης”, αναφέρει.
Τέλος, κατά την κρίση του ΔΕΕ, “ανώτατο χρονικό διάστημα κράτησης οκτώ μηνών ενόψει απομάκρυνσης για τους πολίτες της Ένωσης και τα μέλη των οικογενειών τους βαίνει πέραν αυτού που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού”.
Πηγή : ΚΥΠΕ